Πληθυσμιακή κατανομή στο Λοΐ (1879): το στατιστικά αξιοσημείωτο της απογραφής
Το 1879, κατά την απογραφή πληθυσμού του ελληνικού κράτους, το χωριό Λοΐ Μεσσηνίας, τότε διοικητικά ενταγμένο στον Δήμο Αριστομένους, καταγράφηκε με 211 κατοίκους: 71 άνδρες και 140 γυναίκες.
Η αναλογία αυτή — σχεδόν δύο γυναίκες για κάθε άνδρα — ήταν η υψηλότερη στον δήμο και από τις πιο ασυνήθιστες στην ευρύτερη περιοχή. Η ίδια η απογραφή δεν συνοδεύεται από σχόλια ή ερμηνείες για τέτοιες περιπτώσεις. Ωστόσο, η κατανομή αυτή ξεχωρίζει ανάμεσα στους οικισμούς.
Η απογραφή βασίστηκε στον λεγόμενο πραγματικό πληθυσμό, δηλαδή σε όσους βρίσκονταν παρόντες στο χωριό τη συγκεκριμένη ημέρα. Η απουσία ανδρών από τα δελτία ενός οικισμού δεν σημαίνει απαραίτητα ότι δεν υπήρχαν, αλλά ότι απουσίαζαν κατά τη στιγμή της καταγραφής.
Ο Δήμος Αριστομένους και τα χωριά του
Το Λοΐ ανήκε τότε στον Δήμο Αριστομένους, έναν αμιγώς αγροτικό δήμο, που περιλάμβανε 23 χωριά και συνολικά 4.598 κατοίκους. Ανάμεσά τους, 2.389 άντρες και 2.209 γυναίκες — μια ισορροπημένη κατανομή σε επίπεδο δήμου, που κάνει την απόκλιση του Λοΐ ακόμη πιο αξιοπρόσεκτη.
Τα μεγαλύτερα χωριά ήταν το Αβραμιού, με 531 κατοίκους και το Στρέφι με 431. Τα μικρότερα ήταν η Ευαγγελίστρια με 60 και η Κουλουκάδα με 61 κατοίκους αντίστοιχα.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στην ίδια απογραφή, ο συνολικός πληθυσμός της Ελλάδας ανερχόταν σε 1.679.015 κατοίκους (861.295 άνδρες και 817.720 γυναίκες).
Εκπαίδευση: σχεδόν καμία μαθήτρια
Η απογραφή του 1879 κατέγραψε και την ικανότητα ανάγνωσης και γραφής. Από τους 4.598 κατοίκους του δήμου, μόνο 499 δήλωσαν ότι γνώριζαν γραφή και ανάγνωση: 485 άνδρες και μόλις 14 γυναίκες.
Ανάμεσά τους αναφέρονται 128 μαθητές και μόλις 2 μαθήτριες — στο σύνολο των 23 χωριών. Η απογραφή δεν διευκρινίζει την ηλικία ή τον τόπο φοίτησης, όμως τα νούμερα είναι ενδεικτικά.
Η εκπαίδευση των κοριτσιών στον Δήμο Αριστομένους ήταν σχεδόν απούσα. Ανεξάρτητα από τον πληθυσμό κάθε οικισμού ή την κοινωνική του σύνθεση, η καταγραφή δείχνει ότι η πρόσβαση των κοριτσιών στο σχολείο ήταν εξαιρετικά περιορισμένη.
Ποιος εργαζόταν (και ποιος όχι)
Από τους 4.598 κατοίκους του δήμου, μόνο 1.833 δήλωσαν επάγγελμα — λιγότεροι από τους μισούς. Οι υπόλοιποι καταγράφηκαν ως «χωρίς επάγγελμα», ένας όρος που στην εποχή εκείνη περιλάμβανε παιδιά, ηλικιωμένους, αλλά και γυναίκες που εργάζονταν μέσα και έξω από το σπίτι χωρίς να αναγνωρίζεται επίσημα η συμβολή τους στην παραγωγή.
Η πλειονότητα όσων εργάζονταν ήταν γεωργοί (1.268), ενώ ακολουθούσαν οι ποιμένες (217) και οι υπηρέτες (48). Από αυτούς, 44 ήταν άνδρες και μόλις 4 γυναίκες — ένας διαχωρισμός που φανερώνει τη φύση της απασχόλησης. Στην αγροτική Μεσσηνία του 19ου αιώνα, ο υπηρέτης ήταν κατά κανόνα νέος άνδρας που εργαζόταν σε ξένα κτήματα ή κοπάδια. Ο ρόλος του αντιστοιχούσε στον σημερινό εργάτη γης ή βοσκό, και η εργασία του δεν γινόταν σε αστικό νοικοκυριό, αλλά σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις, συχνά με διαμονή στον χώρο εργασίας.
Στα λεγόμενα “ειδικευμένα” επαγγέλματα καταγράφηκαν: 21 βιοτέχνες, 7 έμποροι, 3 δάσκαλοι, 2 γιατροί, 2 μαίες και 9 κληρικοί.
Σε πληθυσμό σχεδόν 5.000 ανθρώπων, η παρουσία μόλις 3 δασκάλων και 2 μαιών φανερώνει τις δομικές ελλείψεις στις βασικές υπηρεσίες. Είτε λόγω πόρων είτε λόγω προτεραιοτήτων, η εκπαίδευση και η υγεία ήταν ελλιπώς καλυμμένες σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού.
Οι πληθυσμοί των οικισμών
Οικισμός | Πληθυσμός | Άνδρες | Γυναίκες |
---|---|---|---|
Αβραμιού | 531 | 274 | 257 |
Σαμπάκαλφα (Αετοφωλιά) | 147 | 74 | 73 |
Χαλβάτσο (Κεφαλόβρυσο) | 339 | 181 | 158 |
Βούτενα | 335 | 178 | 157 |
Αριστομένης | 328 | 179 | 149 |
Χάστεμη (Λευκοχώρα) | 284 | 151 | 133 |
Ξεροκάση (Παλαιόκαστρο) | 214 | 116 | 98 |
Λοΐ (Διόδια) | 211 | 71 | 140 |
Νεοχώριον | 186 | 94 | 92 |
Στρέφι | 431 | 234 | 197 |
Φιλιππάκη | 173 | 98 | 75 |
Κυνηγού | 159 | 89 | 70 |
Κουτήφαρι | 204 | 99 | 105 |
Ράδου (Περδικόβρυση) | 141 | 80 | 61 |
Πουλίτζι | 115 | 59 | 56 |
Πολαίνα (Πλατανόβρυση) | 215 | 116 | 99 |
Μάκρενα (Καρυόβρυση) | 113 | 57 | 56 |
Ζαπάντε | 87 | 42 | 45 |
Δρογγάρι | 80 | 40 | 40 |
Χαντζαλή (Ξάγναντο) | 79 | 39 | 40 |
Ισμαήλου (Δρακονέρι) | 105 | 53 | 52 |
Κουλουκάδα | 61 | 32 | 29 |
Ευαγγελίστρια | 60 | 33 | 27 |
Πλαίσιο και μεθοδολογία
Η Απογραφή διεξήχθη τον Απρίλιο του 1879, βάσει του Βασιλικού Διατάγματος της 29ης Δεκεμβρίου 1878. Οι απογραφείς επισκέφθηκαν κάθε κατοικία και κατέγραψαν όσους βρίσκονταν παρόντες τη μέρα της απογραφής — τον λεγόμενο πραγματικό πληθυσμό.
Η στατιστική υπηρεσία της εποχής χρησιμοποιούσε τρεις διακριτές έννοιες πληθυσμού:
- Πραγματικός πληθυσμός: όσοι βρίσκονταν φυσικά στον τόπο απογραφής, είτε ήταν κάτοικοι είτε προσωρινοί επισκέπτες.
- Νόμιμος πληθυσμός: όσοι ανήκαν διοικητικά σε έναν τόπο (π.χ. ήταν εγγεγραμμένοι στο δημοτολόγιο ή στο μητρώο αρρένων), ανεξαρτήτως του πού βρίσκονταν τη μέρα της απογραφής.
- Πληθυσμός κατά διαμονή: όσοι διέμεναν συνήθως σε έναν τόπο, ανεξαρτήτως του αν ανήκαν σε αυτόν διοικητικά.
Η απογραφή βασίστηκε κυρίως στον πραγματικό πληθυσμό. Γι’ αυτό και ορισμένοι οικισμοί, όπως το Λοΐ, που εμφανίζουν αριθμητικές αποκλίσεις ίσως αποτυπώνουν μετακινήσεις, προσωρινές απουσίες ή άλλες κοινωνικές συνθήκες της εποχής