Η Αγγαρεία των Δραγόνων και το Λοΐ στην Επαρχία Κορώνης το 1699

κατάλογος οικισμών, σύστημα acquartieramento και οι επιβαρύνσεις της Βενετικής διοίκησης

1699

Βενετοκρατία

Το χωριό Λοΐ στα κατάστιχα της Βενετοκρατίας

Το 1699, το χωριό Λοΐ, σημερινά Διόδια Μεσσηνίας, εμφανίζεται σε κατάλογο υποχρεώσεων που επιβλήθηκαν από τη βενετική διοίκηση της Πελοποννήσου για τη συντήρηση των δραγόνων, δηλαδή των έφιππων στρατιωτών που εγκαθίσταντο στην ύπαιθρο για σκοπούς επιτήρησης, τροφοδοσίας και κρατικής παρουσίας.

Η Πελοπόννησος είχε ήδη περιέλθει υπό βενετική κατοχή από το 1685, στο πλαίσιο του Βενετοτουρκικού Πολέμου (1684–1699), και η βενετική κυριαρχία επισφραγίστηκε επίσημα με τη Συνθήκη του Κάρλοβιτς το 1699. Η περίοδος αυτή είναι γνωστή ως Β΄ Βενετοκρατία (1685–1715). Η σύνταξη των καταλόγων αγγαρείας του 1699 εντάσσεται σε αυτή την περίοδο ειρηνευτικής εδραίωσης, όταν η Βενετία, πλέον κυρίαρχη στην Πελοπόννησο, αναδιοργάνωνε τη διοίκηση και επιχειρούσε να εφαρμόσει σταθερές στρατιωτικές και φορολογικές πρακτικές στην ύπαιθρο.

Το τεκμήριο αυτό, μέρος των καταλόγων κατανομής του μέτρου acquartieramento, αφορά την επαρχία Κορώνης και τεκμηριώνει την επιβάρυνση δεκάδων χωριών, ανάμεσά τους και το Λοΐ, με τη συντήρηση συγκεκριμένου αριθμού στρατιωτών, μέσω τροφίμων, καταλύματος ή χρημάτων.

Οι δραγόνοι και η στρατιωτική παρουσία στη Βενετική Πελοπόννησο

Κατά τη Β΄ Βενετοκρατία (1685–1715), η Γαληνοτάτη Δημοκρατία της Βενετίας επιδίωξε να διατηρήσει έλεγχο στην ηπειρωτική Πελοπόννησο, που είχε αποσπάσει από την Οθωμανική Αυτοκρατορία στον πόλεμο του 1684–1699. Για τον σκοπό αυτό, δημιούργησε σταθερό δίκτυο στρατιωτικών σταθμών (posti), επανδρωμένων με σώματα δραγόνων, έφιππων στρατιωτών που μετακινούνταν με άλογα αλλά πολεμούσαν πεζοί. Ήταν ένα υβριδικό σώμα που συνδύαζε την ταχύτητα του ιππικού με την ευκινησία του πεζικού.

Οι δραγόνοι χρησιμοποιούνταν κυρίως για την αστυνόμευση της υπαίθρου, την προστασία από ληστές και την επίδειξη κρατικής παρουσίας. Αντί να φιλοξενούνται στις κατοικίες των χωρικών, πρακτική γνωστή ως alloggio, η βενετική διοίκηση εφάρμοσε το σύστημα acquartieramento: σταθμοί στρατωνισμού κοντά σε χωριά, όπου οι στρατιώτες διέμεναν και συντηρούνταν με πόρους που κατέβαλλαν συλλογικά οι κάτοικοι.

Το σύστημα acquartieramento και η φορολογική του λογική

Το acquartieramento δεν ήταν προσωρινό στρατιωτικό μέτρο. Αποτελούσε μηχανισμό τοπικής φορολόγησης. Η μετάβαση από την προσωπική παροχή (angaria personale) στη συλλογική εισφορά σε είδος ή χρήμα (angaria reale) σηματοδοτεί την είσοδο σε μια πιο συστηματική διοικητική πρακτική. Οι υποχρεώσεις των χωρικών οργανώνονταν πλέον ανάλογα με τον πληθυσμό κάθε οικισμού, σε μια αναλογία 1 δραγόνος ανά 15 έως 18 οικογένειες.

Η επιβάρυνση για κάθε ομάδα οικογενειών στην επαρχία Κορώνης ανερχόταν στα εξής:

  • 20 σολδία την ημέρα ανά δραγόνο
  • 18 ουγγιές ψωμιού την ημέρα (περίπου 510 γραμμάρια)
  • 4 λίμπρες κριθαριού την ημέρα (περίπου 1,3–1,6 κιλά)

Τα ποσά αυτά δεν καταβάλλονταν από κάθε οικογένεια ξεχωριστά, αλλά από το σύνολο των οικογενειών που όφειλαν από κοινού να συντηρήσουν τον στρατιώτη. Η καθημερινή διατροφή ενός δραγόνου ισοδυναμούσε με το συσσίτιο μιας μικρής οικογένειας, ενώ η χρηματική επιβάρυνση αντιστοιχούσε, σύμφωνα με τις σημερινές τιμές και την αναγωγή στην αγοραστική δύναμη της εποχής, σε περίπου 8.000 ευρώ ετησίως ανά στρατιώτη.

Η επαρχία Κορώνης: διανομή, συμμετοχές, εξαιρέσεις

Σύμφωνα με τους καταλόγους της εποχής, στην επαρχία Κορώνης εγκαταστάθηκαν 15 δραγόνοι του λόχου του capitan Gerolimo Vlacho: δέκα στον οικισμό Carocopio, τρεις στη Lambria, και δύο στους Petriades και σε έναν ακόμη οικισμό που δεν κατονομάζεται. Συνολικά, στην επαρχία Κορώνης κατανέμονταν 36 δραγόνοι, οργανωμένοι σε 12 σταθμούς διαχείμασης. Οι κάτοικοι των γύρω χωριών είχαν την υποχρέωση να καλύπτουν τη συντήρηση αυτών των στρατιωτών — τόσο σε χρήμα όσο και σε είδος — με βάση το σύστημα του acquartieramento. Ο πλήρης κατάλογος των οικισμών που επιβαρύνθηκαν με την αγγαρεία περιλαμβάνει τους εξής:

Petriades, Cossia, Cazzalli, Smailla, Bursugogli, Castemi, Sarachia, Armenia, Vassilichi, S. Dimitri, Aidini, Musuli Celepi, Fanari, Papara, Delalli, Cosi Becchiri, S. Dimitri Cato, Marinù, Mistrachi, Valtuca, Clisura, Gambria, Luchissa, Loi, Cirzi, Pechianada, Pollistari, Sunalli, Misca, Pera, Canalli, Castagna, Paniperi, Cochiaù, Rapoiori, Cacorema, Gona, Comaterò, Zaiti, Lonsa, Catiniadus, Carocopio, Cobus, Agia Triades, Dranga, Lefca, Tripes, Romiri, Vunarie, Custelli, Borgo, Parochia di S. Giorgio, Borgo Parochie di S. Nicolao e S. Dimitri, Fortezza di Coron, Bottù Avramiù, Caplagni, Cuzemadi, Cuzucumtri e Cadirogli, Chorizzogli, Gulla, Alli Ghiagià, Caicegli, Filipachi, Chiglò, Sisani.

Οικισμοί που δεν συμμετείχαν στο acquartieramento: Copanachi, Potamia, Buba .

Το φορολογικό αποτύπωμα της αγγαρείας

Το τεκμήριο του acquartieramento αποτυπώνει μια μορφή φορολόγησης με δημοσιονομικά κριτήρια. Οι κοινότητες καταγράφονται και κατανεμημένα επιβαρύνονται. Η συμμετοχή ή εξαίρεσή τους σχετίζεται με τον πληθυσμό, τη γεωγραφική θέση και τη διοικητική πολιτική της εποχής.

Το Λοΐ εντάσσεται έτσι σε ένα πλαίσιο κρατικής εποπτείας, συμμετέχει στη σίτιση και συντήρηση του στρατεύματος και μετατρέπεται σε φορολογούμενη κοινότητα. Η αγγαρεία εδώ δεν είναι ατομικό βάρος, αλλά κοινοτική υποχρέωση.

Τεκμήριο
Βιβλιογραφία | Πηγές

• Βεττού Ειρήνη Δ., Ο θεσμός της προσωπικής και οικονομικής αγγαρείας (angarie personali e reali) στις κτήσεις των Βενετών στον ελληνόφωνο χώρο. Η περίπτωση της Πελοποννήσου κατά τη Β΄ Βενετοκρατία (1685–1715), Διδακτορική Διατριβή, Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 2021.

• Ντόκος Κωνσταντίνος, «Οι αστικές κοινότητες και οι αγγαρείες του Δημοσίου στη βενετοκρατούμενη Πελοπόννησο», Eoa kai Esperia, τόμ. 4 (1999–2000), σσ. 243–281. DOI: 10.12681/eoaesperia.56

• A.S.V., Archivio di Stato di Venezia, Grimani dai Servi, busta 31, fascicolo 82, folio 103r–v.