Γραμματοδιδασκαλείο στο Λοΐ (Διόδια Μεσσηνίας) το 1891

η ιστορική πορεία της στοιχειώδους εκπαίδευσης στους αγροτικούς δήμους μέσα από το θεσμό των γραμματοδιδασκαλείων

1891

Δυναστεία των Γλύξμπουργκ

Η περίπτωση του Λοΐ Μεσσηνίας

Στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα, όταν οι κρατικές δομές εκπαίδευσης προσπαθούσαν να φτάσουν στα πιο απομακρυσμένα σημεία της ελληνικής υπαίθρου, ορισμένα χωριά εξακολουθούσαν να στηρίζονται σε παλαιότερες, πιο ευέλικτες μορφές διδασκαλίας. Ένα τέτοιο παράδειγμα αποτελεί το Λοΐ του Δήμου Αριστομένους Μεσσηνίας. Το ημερολόγιο Πανελλήνιος Σύντροφος του 1891 αναφέρει την ύπαρξη γραμματοδιδασκαλείου στο Λοΐ, μαζί με άλλα μικρά χωριά της Μεσσηνίας. Παρά την επίσημη πρόβλεψη για ένα τουλάχιστον δημοτικό σχολείο ανά Δήμο, η πραγματικότητα των κοινοτήτων αυτών επέβαλε λύσεις απλούστερες, προσιτές και οργανωμένες τοπικά. Το Λοΐ είναι ενδεικτικό μιας παιδευτικής κουλτούρας που διατηρήθηκε επί δεκαετίες ανεξάρτητα από τις κρατικές επιδιώξεις.


Τα Γραμματοδιδασκαλεία στην Ελλάδα: Ένας Θεσμός Ανάγκης και Παράδοσης

Η συγκρότηση της ελληνικής εκπαίδευσης στον 19ο αιώνα αναπτύχθηκε μέσα από διαρκείς συμβιβασμούς ανάμεσα στην κρατική βούληση, τις κοινωνικές ανάγκες και τις πολιτισμικές νοοτροπίες του πληθυσμού. Στο επίκεντρο αυτής της πολυδιάστατης δυναμικής βρίσκονται τα γραμματοδιδασκαλεία, ένας τύπος σχολικής μονάδας που προέκυψε για να καλύψει το διαχρονικό κενό της παροχής στοιχειώδους εκπαίδευσης στην απομονωμένη ελληνική ύπαιθρο.


Το Θεσμικό Πλαίσιο: Το Διάταγμα του 1834

Το βασικό θεμέλιο της δημόσιας εκπαίδευσης τέθηκε με το Διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1834, το οποίο καθιστούσε υποχρεωτική την ίδρυση ενός τουλάχιστον δημοτικού σχολείου ανά Δήμο. Η ευθύνη βάρυνε τα δημοτικά συμβούλια, ενώ η τελική έγκριση των διορισμών των δασκάλων ανήκε στο Υπουργείο Παιδείας.

Το άρθρο 4 του Διατάγματος, αναγνωρίζοντας τις πρακτικές δυσκολίες των μικρών και απομακρυσμένων κοινοτήτων, προέβλεπε τη δυνατότητα παροχής στοιχειώδους εκπαίδευσης από έναν μόνο δάσκαλο. Αυτή η ευέλικτη ρύθμιση άνοιξε το δρόμο για την αυθόρμητη ανάπτυξη των γραμματοδιδασκαλείων, χωρίς όμως να καθορίζεται σαφώς από το ίδιο το θεσμικό κείμενο.


Ορισμός και Λειτουργία των Γραμματοδιδασκαλείων

Τα γραμματοδιδασκαλεία ήταν σχολεία κατ’ ουσίαν ημιεπίσημα, που λειτουργούσαν κατά κανόνα:

  • με έναν μόνο δάσκαλο,
  • σε οικισμούς απομονωμένους, συχνά χωρίς κτηριακές εγκαταστάσεις,
  • μέσα σε εκκλησίες ή ιδιωτικά σπίτια,
  • χωρίς κρατική εποπτεία ή εκπαιδευτικά εγχειρίδια.

Ο γραμματοδιδάσκαλος ήταν συνήθως αυτοδίδακτος, χωρίς παιδαγωγική εκπαίδευση, και δίδασκε ανάγνωση, γραφή, απλή αριθμητική, καθώς και εκκλησιαστικά κείμενα. Η σχέση με τη θρησκευτική ζωή ήταν άμεση, αφού πολλά σχολεία λειτουργούσαν ως παραρτήματα του ναού, προετοιμάζοντας τα παιδιά για τη λατρευτική συμμετοχή (π.χ. ψαλτική).


Κρατικές Παρεμβάσεις και Αδυναμίες Ενσωμάτωσης

Ήδη από το 1837, η Διεύθυνση Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης προσπάθησε να εντάξει τα γραμματοδιδασκαλεία σε πιο ορθολογικό πλαίσιο:

  • απαγορεύοντας τη λειτουργία τους εκεί όπου υπήρχαν δημοτικά σχολεία·
  • ζητώντας την εκπαίδευση των γραμματοδιδασκάλων στο Διδασκαλείο·
  • προτείνοντας τον διαχωρισμό από το ιερατικό λειτούργημα.

Το 1844, το Υπουργείο Εκκλησιαστικών ζήτησε γραπτές εξετάσεις και χειρόγραφα δείγματα για την αξιολόγηση της μορφωτικής επάρκειας των διδασκόντων. Όσοι ήξεραν ανάγνωση, γραφή, αριθμητική και στοιχεία πίστης θεωρούνταν επαρκείς. Το 1857 θεσμοθετήθηκε για πρώτη φορά δίπλωμα γραμματοδιδασκάλου.

Παρά τις προσπάθειες, η τοπική κοινωνική νοοτροπία και η εκκλησιαστική παράδοση αποδείχθηκαν πιο ισχυρές από τον κρατικό μηχανισμό. Ο λαός εμπιστευόταν περισσότερο τους γνώριμους γραμματοδιδασκάλους, παρά τους «άγνωστους» αποφοίτους του Διδασκαλείου.


Στατιστική Εικόνα του Θεσμού

Τα διαθέσιμα στοιχεία καταγράφουν την ανθεκτικότητα και τη διαρκή παρουσία των γραμματοδιδασκαλείων σε όλο σχεδόν τον 19ο αιώνα:

  • 1836: 256 σχολεία, 7.570 μαθητές
  • 1838–1858: 300–350 σχολεία, περίπου 10.000 μαθητές
  • 1868: 8.000 μαθητές
  • 1874: περίπου 6.000 μαθητές
  • 1880: 100 γραμματοδιδάσκαλοι (καταγεγραμμένοι ξεχωριστά από 1.117 δασκάλους και 175 δασκάλες)

Παρά τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες και την ανάπτυξη του επίσημου δημοτικού σχολείου, ο θεσμός των γραμματοδιδασκαλείων δεν καταργήθηκε. Αντίθετα, στο τέλος του αιώνα το κράτος φαίνεται να αναγνώρισε τη διαχρονική τους σημασία, εντάσσοντάς τα σταδιακά με τη μορφή των υποδιδασκαλείων.


Κατηγορίες Σχολείων τον 19ο Αιώνα

Σε εκπαιδευτικές εκθέσεις του τέλους του 19ου αιώνα επιχειρείται μια πρακτική κατάταξη των σχολικών μονάδων της υπαίθρου, βάσει του επιπέδου κατάρτισης των δασκάλων και της οργάνωσης του μαθήματος. Η τυπολογία αυτή αποτυπώνει την πραγματική ποικιλομορφία της στοιχειώδους εκπαίδευσης και περιλαμβάνει:

  • Κανονικά δημοτικά σχολεία: με πιστοποιημένους δασκάλους από το Διδασκαλείο
  • Μικτά σχολεία: με δασκάλους χωρίς επίσημο δίπλωμα, αλλά με επαρκή γνώση και κάποια διδακτική μεθοδικότητα
  • Γραμματοδιδασκαλεία: χωρίς επίσημη μέθοδο, με αυτοδίδακτους ή ημιμαθείς δασκάλους

Η ίδια η διοίκηση, με αυτό τον τρόπο, φαινόταν να αποδέχεται την εκπαιδευτική ετερογένεια ως αναγκαίο συμβιβασμό για να διατηρηθεί η διδασκαλία σε απομονωμένες περιοχές.


Τομή το 1892: Τα Υποδιδασκαλεία

Ο Νόμος ΒΟΘ΄ (1892) σηματοδοτεί μια τελευταία απόπειρα θεσμικής ενσωμάτωσης. Ιδρύονται υποδιδασκαλεία, τα οποία εκπαιδεύουν απόφοιτους σχολαρχείου για να στελεχώσουν τα γραμματοδιδασκαλεία με βασική παιδαγωγική κατάρτιση. Αν και η εφαρμογή τους ήταν περιορισμένη, ο νόμος δείχνει ότι ο θεσμός δεν εγκαταλείφθηκε, αλλά προσπάθησε να μετασχηματιστεί.


Συμπεράσματα

Τα γραμματοδιδασκαλεία κάλυψαν ένα κρίσιμο εκπαιδευτικό κενό σε δύσβατες περιοχές, λειτούργησαν εκεί όπου οι κρατικές προβλέψεις δεν μπορούσαν να εφαρμοστούν.

Το γραμματοδιδασκαλείο του Λοΐ, καταγεγραμμένο το 1891, δείχνει την επιμονή μιας κοινότητας να εξασφαλίσει με κάθε μέσο τη στοιχειώδη εκπαίδευση των παιδιών της. Σε τόπους όπου το κράτος δεν μπορούσε να φτάσει, οι άνθρωποι βρήκαν δικούς τους τρόπους να συνεχίσουν.

Τεκμήριο
Βιβλιογραφία | Πηγές

• Ελλάδα. (1834) Διάταγμα της 18ης Ιανουαρίου 1834 “περί των Δημοτικών Σχολείων των Αρρένων και Θηλέων”, ΦΕΚ 11/1834. Αθήνα: Εθνικό Τυπογραφείο.

• Τζήκας, Χ.Π. (1996) Το Βασιλικό Διδασκαλείο 1834–1864: Το Δημοτικό Σχολείο και η Γένεση του Διδασκαλικού Επαγγέλματος στην Ελλάδα. Διδακτορική διατριβή. Θεσσαλονίκη: [Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα].

• Γαβρηηλίδης, Β. (1891) Πανελλήνιος σύντροφος: Ετήσιον πολιτειακόν, οικονομικόν και στατιστικόν ημερολόγιον του 1891. Αθήνα: [Χωρίς εκδότη].